Ο Χένρυ Άλφρεντ Κίσινγκερ (αγγλικά: Henry Alfred Kissinger, 27 Μαΐου 1923 – 29 Νοεμβρίου 2023), ήταν Γερμανο-Αμερικανός πολιτικός, διπλωμάτης, ακαδημαϊκός, καθηγητής πολιτικής επιστήμης και διεθνών σχέσεων και συγγραφέας, που υπηρέτησε ως 56ος υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, από το 1973 έως το 1977 υπό τους προέδρους Ρίτσαρντ Νίξον (1973-1974) και Τζέραλντ Φορντ (1974-1977). Επίσης, από το 1969 έως το 1975, υπηρέτησε και ως Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών στη προεδρία Νίξον και στην προεδρία του προεδρία Φορντ. Ήταν μέλος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
Επιπλέον, το 2002, διατέλεσε πρόεδρος της Επιτροπής της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 («Επιτροπή 9/11»), προκειμένου να διερευνηθούν πλήρως οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Κίσινγκερ, θεωρείται ως μία από τις σημαντικότερες φιγούρες της διεθνούς πολιτικής και διπλωματίας κατά τον 20ο και τον 21ο αιώνα, καθώς και μία από τις πιο αμφιλεγόμενες. Σύμφωνα με πολλούς μελετητές των Διεθνών Σχέσεων, η θητεία του ως Υπουργός Εξωτερικών, ήταν εξαιρετικά αποτελεσματική και επιτυχημένη.
Το 1973, έλαβε Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, για τις ενέργειες που πραγματοποίησε για την κατάπαυση του πυρός στον Πόλεμο του Βιετνάμ.
Ο Κίσινγκερ γεννήθηκε στη Γερμανία ως Χάιντς Άλφρεντ Κίσινγκερ (Heinz Alfred Kissinger) από Γερμανοεβραίους γονείς. Ο πατέρας του Λούις Κίσσινγκερ (αγγλ. Louis Kissinger, 1887-1982) ήταν δάσκαλος και η μητέρα του Πάουλα (Στερν) Κίσσινγκερ (1901-1998) νοικοκυρά. Σε νεαρή ηλικία, αγαπημένη του ασχολία ήταν το ποδόσφαιρο και μάλιστα υπήρξε παίκτης του νεανικού τμήματος της ποδοσφαιρικής ομάδας «Γκρόιτερ Φιρτ», μίας απ’ τις καλύτερες τότε ομάδες της Γερμανίας. Μαζί με τους γονείς του, το 1938 διέφυγαν ΗΠΑ, στην Νέα Υόρκη υπό την απειλή του ναζιστικού καθεστώτος. Εκεί φοίτησε στο Λύκειο Τζωρτζ Ουάσινγκτον, όπου μετά τον πρώτο χρόνο παρακολουθούσε νυκτερινά μαθήματα, ενώ την ημέρα εργαζόταν σε εργοστάσιο. Κατόπιν, σπούδασε λογιστικά στο Σίτυ Κόλλετζ Νέας Υόρκης, συνεχίζοντας παράλληλα να εργάζεται.
Το 1943 οι σπουδές του διακόπηκαν, όταν κλήθηκε να υπηρετήσει στον Αμερικανικό Στρατό. Κατά την ακόλουθη περίοδο συμμετείχε σε επιχειρήσεις του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μεταξύ των οποίων σε αποστολή στο Κρέφελντ και Ανόβερο της Γερμανίας. Μετά τον πόλεμο συνέχισε τις σπουδές του σε μεταπτυχιακό και διδακτορικό επίπεδο. Έλαβε διδακτορικό δίπλωμα Πολιτικών Επιστημών από το Χάρβαρντ το 1954: η διατριβή του είχε τίτλο «A World Restored: Metternich, Castlereagh and the Problems of Peace 1812-1822» Το θέμα της διατριβής του -οι διασκέψεις και τα συνέδρια που οδήγησαν στην σχεδίαση και κατοχύρωση του νέου διεθνούς συστήματος μετά την ήττα του Ναπολέοντα- προκάλεσε μεγάλη εντύπωση καθώς εκείνη την εποχή (απόγειο του Ψυχρού Πολέμου) όλοι σχεδόν οι Αμερικανοί πολιτικοί επιστήμονες ασχολούνταν με θέματα όπως ο κομμουνισμός, τα πυρηνικά όπλα, οι τεχνικές ανταρτοπολέμου κτλ.
Το 1957, με την έκδοση του βιβλίου «Nuclear Weapons and Foreign Policy» έγινε για πρώτη φορά γνωστός ως αξιόπιστος σχολιαστής σε θέματα διεθνών σχέσεων. Ακολούθησε ακαδημαϊκή καριέρα στο Χάρβαρντ, αλλά παράλληλα συμμετείχε σε διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες και επιτροπές που αφορούσαν την εξωτερική πολιτική και ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών.
Απεβίωσε στις 29 Νοεμβρίου 2023, σε ηλικία 100 ετών.